Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αργκό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αργκό [arˈgɔ] SUBST θηλ αμετάβλ

1. αργκό (ειδικός τρόπος έκφρασης):

αργκό
Slang αρσ

2. αργκό (επαγγελματική):

αργκό
Jargon αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский