Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απόφοιτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απόφοιτ|ος (-η) [aˈpɔfit|ɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. απόφοιτος (σχολείου):

απόφοιτος (-η)
Schulabgänger(in) αρσ (θηλ)

2. απόφοιτος (πανεπιστημίου):

απόφοιτος (-η)
Hochschulabsolvent(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский