Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποτραβηγμένος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποτραβηγμέν|ος <-η, -ο> [apɔtraviɣˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

αποτραβηγμένος
ζω αποτραβηγμένος

Παραδειγματικές φράσεις με αποτραβηγμένος

ζω αποτραβηγμένος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский