Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποδοτικότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποδοτικότητα [apɔðɔtiˈkɔtita] SUBST θηλ

1. αποδοτικότητα (αποτελεσματικότητα):

αποδοτικότητα
Effizienz θηλ
αποδοτικότητα
Wirksamkeit θηλ
αποδοτικότητα κεφαλαίου

2. αποδοτικότητα (ως προς το κέρδος: αποδοτική δύναμη):

αποδοτικότητα

3. αποδοτικότητα (μηχανής, εργάτη):

αποδοτικότητα

4. αποδοτικότητα (παραγωγικότητα):

αποδοτικότητα
αποδοτικότητα συναλλάγματος

Παραδειγματικές φράσεις με αποδοτικότητα

αποδοτικότητα θηλ συναλλάγματος
αποδοτικότητα θηλ κεφαλαίου
αποδοτικότητα κεφαλαίου
αποδοτικότητα συναλλάγματος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский