Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναγορεύω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναγορ|εύω <-ευσα, -εύτηκα, -ευμένος> [anaɣɔˈrɛvɔ] VERB μεταβ

Παραδειγματικές φράσεις με αναγορεύω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский