Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αλματώδης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αλματώδ|ης <-ης, -ες> [almaˈtɔðis] ΕΠΊΘ

αλματώδης

Παραδειγματικές φράσεις με αλματώδης

αλματώδης αύξηση δαπανών

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский