Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αλληλογραφώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αλληλογραφ|ώ <-είς, -ησα> [alilɔɣraˈfɔ] VERB αμετάβ (διατηρώ αλληλογραφία)

αλληλογραφώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский