Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αλκοολίκι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αλκοολίκι [alkɔɔˈlici] SUBST ουδ

1. αλκοολίκι οικ:

αλκοολίκι
Trinkerei θηλ

2. αλκοολίκι (ακατανίκητη συνήθεια):

αλκοολίκι
Sucht θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский