Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άσιγμος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άσιγμ|ος <-η, -ο> [ˈasiɣmɔs] ΕΠΊΘ

άσιγμος
άσιγμος αόριστος
Aorist αρσ ohne Sigma

Παραδειγματικές φράσεις με άσιγμος

άσιγμος αόριστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский