Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άρμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άρμα [ˈarma] SUBST ουδ (όχημα)

άρμα
Wagen αρσ
άρμα μάχης
Panzer αρσ
άρμα (όπλο) ουδ
Waffe θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με άρμα

άρμα μάχης
Panzer αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский