Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Πρώσος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Πρώσος (Πρωσίδα) [ˈprɔsɔs, prɔˈsiða] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Πρώσος (Πρωσίδα)
Preuße αρσ (Preußin) θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский