Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Όσλο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Όσλο [ˈɔzlɔ] SUBST ουδ

Όσλο
Oslo ουδ
στο Όσλο

Παραδειγματικές φράσεις με Όσλο

στο Όσλο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский