Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ringhörig“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

ringhörig ΕΠΊΘ CH

ringhörig s. hellhörig

Βλέπε και: hellhörig

hellhörig ΕΠΊΘ

2. hellhörig (Wand, Raum):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "ringhörig" σε άλλες γλώσσες

"ringhörig" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский