Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Sammelwert“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Sammelwert <-(e)s, -e> SUBST αρσ

Sammelwert ΝΟΜ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Dieses Notgeld ist heutzutage eine echte Rarität mit hohem Sammelwert.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский