Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Saaltochter“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Saaltochter <-, -töchter> SUBST θηλ CH

Saaltochter s. Serviererin

Βλέπε και: Serviererin

Serviererin <-, -nen> [zɛrˈviːrərɪn] SUBST θηλ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Begründet wurde dies mit den Wünschen und Gewohnheiten der Gäste sowie der mangelnden Eleganz der Saaltöchter gegenüber den Kellnern im Frack.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

"Saaltochter" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский