Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „steifmachen“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

steifmachen

steifmachen → steif 2.

Βλέπε και: steif

II . steif [ʃtaɪf] ΕΠΊΡΡ

steif (förmlich):

ιδιωτισμοί:

croire dur comme fer que +οριστ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina