Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „flüssigmachen“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

flüssig|machenπαλαιότ

flüssigmachen → flüssig I.3

Βλέπε και: flüssig

II . flüssig [ˈflʏsɪç] ΕΠΊΡΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"flüssigmachen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina