Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „fauteuils“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)
an seinem [ihrem] Sessel kleben (Amt) αρσ μτφ οικ
être accroché(e) [ou collé(e)] à son fauteuil μτφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina