Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „eingeklemmter“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά

(Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

ein|klemmen ΡΉΜΑ μεταβ

2. einklemmen (festdrücken):

Παραδειγματικές φράσεις με eingeklemmter

eingeklemmter Bruch

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Bei 52 m befindet sich ein eingeklemmter Gesteinsblock.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina