Γερμανικά » Γαλλικά

ab|flauen [ˈapflaʊən] ΡΉΜΑ αμετάβ +sein

1. abflauen (schwächer werden) Wind:

abflauend

Abflauen <-s; χωρίς πλ> ΟΥΣ ουδ ΟΙΚΟΝ

Παραδειγματικές φράσεις με abflauend

abflauend

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina