Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „Verurteilte Verurteilter“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

Verurteilte(r) ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ

condamné(e) αρσ (θηλ)

verurteilen* ΡΉΜΑ μεταβ

2. verurteilen (verdammen):

3. verurteilen (bestimmen):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina