Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „knorzen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά

(Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

knor·zen [ˈknɔrtsn] ΡΉΜΑ αμετάβ CH

1. knorzen (sich abmühen):

knorzen
knorzen

2. knorzen (knausern):

knorzen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "knorzen" σε άλλες γλώσσες

"knorzen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文