Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „geradehalten“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

ge·ra·de|hal·tenπαλαιότ ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα, μεταβ ανώμ

geradehalten → gerade

Βλέπε και: gerade

II . ge·ra·de [gəˈra:də] ΕΠΊΡΡ

5. gerade εμφατ οικ (erst recht):

gerade, weil ...
gerade, weil ...
now more than ever! οικ
I'll be damned if I will! οικ
das hat gerade noch gefehlt! ειρων

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "geradehalten" σε άλλες γλώσσες

"geradehalten" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文