Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „durchschiffen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

durch·schif·fen* [-ˈʃɪfn̩] ΡΉΜΑ μεταβ selten

die Meere durchschiffen
die Meere durchschiffen

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

die Meere durchschiffen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "durchschiffen" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文