Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „durchgelegener“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

I . durch|lie·gen [ˈdʊrçli:gn̩] ανώμ ΡΉΜΑ μεταβ

II . durch|lie·gen [ˈdʊrçli:gn̩] ανώμ ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

ein durchgelegener Rücken

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文