Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „dranhalten“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

I . dran|hal·ten ανώμ ΡΉΜΑ μεταβ οικ (an etw halten)

etw [an etw αιτ] dranhalten

II . dran|hal·ten ανώμ ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα οικ (sich ranhalten)

sich αιτ dranhalten
sich αιτ dranhalten
sich αιτ dranhalten

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

sich αιτ dranhalten

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"dranhalten" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文