Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „davorliegen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

da·vor|lie·gen ΡΉΜΑ αμετάβ ανώμ

davorliegen
to lie in front of [or τυπικ before] it/that/etc.

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "davorliegen" σε άλλες γλώσσες

"davorliegen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文