Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „aufschluchzen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

auf|schluch·zen ΡΉΜΑ αμετάβ τυπικ

aufschluchzen
to give a sob
aufschluchzen (immer wieder von Neuem)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "aufschluchzen" σε άλλες γλώσσες

"aufschluchzen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文