Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „anlabern“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

an|la·bern ΡΉΜΑ μεταβ μειωτ οικ

1. anlabern (anbaggern):

jdn anlabern
to chat up sb χωριζ οικ
jdn anlabern
to pick up sb χωριζ οικ

2. anlabern (nervend auf jdn einreden):

just shut it, will you! οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "anlabern" σε άλλες γλώσσες

"anlabern" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文