Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „Obligationär“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

Ob·li·ga·ti·o·när(in) [obligatsi̯oˈnɛ:ɐ̯] ΟΥΣ αρσ(θηλ) ΧΡΗΜΑΤΟΠ

Obligationär(in)
Obligationär(in)
debenture holder βρετ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Obligationär" σε άλλες γλώσσες

"Obligationär" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文