Γερμανικά » Αγγλικά

Kon·to·ver·trag ΟΥΣ αρσ ΝΟΜ

Kontovertrag ΟΥΣ αρσ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ

Ειδικό λεξιλόγιο
Kontovertrag

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Problematischer sei dies bei alten Kontoverträgen, argumentierten die Richter.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Kontovertrag" σε άλλες γλώσσες

"Kontovertrag" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文