Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „s'humecter“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

II . humecter [ymɛkte] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Il a la manie, ou plutôt le tic de s'humecter les doigts et de les passer dans ses sourcils.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina