Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „pipeauter“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

I . pipeauter [pipote] ΡΉΜΑ αμετάβ οικ

1. pipeauter (tromper, induire en erreur):

pipeauter

2. pipeauter (truquer, falsifier):

pipeauter

II . pipeauter [pipote] ΡΉΜΑ μεταβ οικ (mentir)

pipeauter

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "pipeauter" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina