Γαλλικά » Γερμανικά

langer [lɑ͂ʒe] ΡΉΜΑ μεταβ

lange [lɑ͂ʒ] ΟΥΣ αρσ

1. lange:

Wickeltuch ουδ

2. lange πλ απαρχ (couches):

Παραδειγματικές φράσεις με langes

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina