Γαλλικά » Γερμανικά

émotionné(e) [emosjɔne] ΕΠΊΘ οικ

être émotionné(e)

émotionner [emosjɔne] ΡΉΜΑ μεταβ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "émotionné" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina