épousée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για épousée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για épousée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
to make an honest woman of sb χιουμ

épousée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για épousée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Μεταφράσεις για épousée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

épousée Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Ils font, en quelque sorte, partie de la dot de l'épousée.
fr.wikipedia.org
Ce qu'il y découvre dedans le surprend et lui fait comprendre qui est réellement celle qu'il a épousée.
fr.wikipedia.org
Reconnue par ses véritables parents grâce à des bibelots laissés dans son berceau, la jeune fille libérée peut être épousée.
fr.wikipedia.org
Cette mésalliance provoque des remous à la cour, et il est puni d'une amende de 1 000 livres pour l'avoir épousée sans autorisation.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski