I . void [vɔɪd] ΟΥΣ
II . void [vɔɪd] ΕΠΊΘ
2. void λογοτεχνικό (lacking in):
III . void [vɔɪd] ΡΉΜΑ μεταβ esp αμερικ (declare invalid)
-
razveljavljati [στιγμ razveljaviti]
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.