Αγγλικά » Σλοβενικά

pig [pɪg] ΟΥΣ

1. pig (animal):

pig
prašič αρσ

2. pig οικ (greedy person):

pig
pujs αρσ

3. pig μειωτ οικ (bad person):

pig
svinja θηλ

pig out ΡΉΜΑ αμετάβ οικ to pig out [on sth]

ˈguinea pig ΟΥΣ

ˈpig iron ΟΥΣ no πλ

ˈsuck·ling pig ΟΥΣ αμερικ

Παραδειγματικές φράσεις με pig's

pig's snout
greedy pig μειωτ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina