Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „odlívati“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά

(Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

I . odlíva|ti <-m; odlival> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

1. odlivati (zlivati stran tekočino):

odlivati
odlivati

2. odlivati (izdelovati odlitek):

odlivati

II . odlíva|ti ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

odlivati odlívati se:

odlivati

Παραδειγματικές φράσεις με odlivati

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Iz škafa sirotko odlivajo, ko pa se sirotka preneha izločati, posodo zabijejo s pokrovom in mohant nato zori najmanj štiri do šest tednov (spomladi), ali do tri mesece (pozimi).
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "odlívati" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina