I . fix [fɪks] ΟΥΣ
II . fix [fɪks] ΡΉΜΑ μεταβ
1. fix (fasten):
-
pričvrščati [στιγμ pričvrstiti]
3. fix (arrange):
4. fix (repair):
-
popravljati [στιγμ popraviti]
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.