Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: existing και fetishist

fet·ish·ist [ˈfetɪʃɪst] ΟΥΣ

fetišist(ka) αρσ (θηλ)

ex·ist·ing [ɪgˈsɪstɪŋ, eg-] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Αγγλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina