Αγγλικά » Σλοβενικά

bob1 [bɒb] ΟΥΣ (hairstyle)

bob
paž αρσ

bob2 [bɒb] ΟΥΣ

bob συντομογραφία: bobsleigh:

bob
bob αρσ

Βλέπε και: bobsleigh

ˈbob·sleigh ΟΥΣ ΑΘΛ

bob αρσ

bob3 [bɒb] ΟΥΣ βρετ ιστ (shilling)

I . bob4 <-bb-> [bɒb] ΡΉΜΑ αμετάβ

2. bob (curtsy):

bob
pokimavati [στιγμ pokimati]

II . bob4 <-bb-> [bɒb] ΟΥΣ (curtsy)

bob
rahel priklon αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με Bob's

to not be short of a bob or two βρετ αυστραλ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina