I.together [βρετ təˈɡɛðə, αμερικ təˈɡɛðər]ΕΠΊΡΡTogether in its main adverbial senses is almost always translated by insieme. - Together frequently occurs as the second element in certain verb combinations (get togetherpull togetherput togethertie together etc.): for translations for these, see the appropriate verb entry (get, pull, put, tie etc.). - For examples and further uses, see this entry.
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Ευχαριστούμε! Το μήνυμά σας μεταβιβάστηκε στη σύνταξη PONS.
Παρουσιάστηκε κάποιο λάθος. Παρακαλώ ξαναδοκιμάστε.
Ασκήσεις λεξιλογίου
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Μαζέψτε όλες τις λέξεις που θέλετε να μάθετε. Θα τις βρείτε μετά στη "Λίστα λεξιλογίου".
Αν θέλετε να περάσετε λήμματα στον προπονητή λεξιλογίου κάντε κλικ στο "Εισαγωγή".
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.