I.complex [αμερικ ˈkɑmplɛks, βρετ ˈkɒmplɛks] ΕΠΊΘ
1. complex (complicated):
II.complex [αμερικ ˈkɑmplɛks, βρετ ˈkɒmplɛks] ΟΥΣ
1. complex (buildings):
- complejo αρσ
2. complex ΨΥΧ:
- complejo αρσ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.