Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „upskill“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

II . up·skill [ˈʌpskɪl] ΡΉΜΑ αμετάβ

upskill employee:

upskill
upskill

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to upskill staff/workers

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "upskill" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文