Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „texturize“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

tex·tur·ize [ˈtekstʃəraɪz, αμερικ -ɚaɪz] ΡΉΜΑ μεταβ

1. texturize (give texture to):

to texturize sth
etw texturieren ειδικ ορολ
to texturize fabric/foodstuff

2. texturize (cut):

to texturize sth
to texturize hair

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to texturize hair
to texturize fabric/foodstuff

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文