Αγγλικά » Γερμανικά

sis [sɪs] ΟΥΣ esp αμερικ οικ

sis συντομογραφία: sister

sis
Schwesterherz ουδ χιουμ

Βλέπε και: sister

II . sis·ter [ˈsɪstəʳ, αμερικ -ɚ] ΟΥΣ modifier

SIS [ˌesaɪˈes] ΟΥΣ βρετ

SIS συντομογραφία: Secret Intelligence Service

SIS

SI [ˌesˈaɪ] ΕΠΊΘ no pl

SI ΦΥΣ ΕΠΙΣΤ συντομογραφία: Système International

SI
SI-

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
Sis may or may not be her real name.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文