Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „peignoir“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

peign·oir [ˈpeɪnwa:ʳ, αμερικ peɪnˈwa:r] ΟΥΣ

peignoir
Negligé ουδ
peignoir
Negligee ουδ
peignoir
CH auch Négligé ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "peignoir" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文