Αγγλικά » Γερμανικά

pap·py1 [ˈpæpi] ΟΥΣ αμερικ

pappy
Papi αρσ οικ

pap·py2 [ˈpæpi] ΕΠΊΘ

1. pappy ΜΑΓΕΙΡ:

pappy esp μειωτ

2. pappy μειωτ οικ (poor quality):

pappy

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
Pappy was so lazy and ineffectual, he didn't even bathe himself.
en.wikipedia.org
Pappy continued his past success at linking music with advertising.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文