Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „legalistically“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

le·gal·is·ti·cal·ly [ˌli:gəˈlɪstɪkli] ΕΠΊΡΡ μειωτ

legalistically
legalistisch μειωτ τυπικ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
That is when lawyers speak to the nation legalistically.
www.eurekastreet.com.au

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文